Ακίνητα: Μισθοί 12 ετών για ένα δυαράκι - Η Αθήνα στην πέµπτη θέση των πόλεων µε υψηλό κόστος στέγασης
Η Αθήνα στην πέµπτη θέση των πόλεων µε το µεγαλύτερο κόστος στέγασης
Το 75% των ελληνικών νοικοκυριών δεν µπορεί να αγοράσει ούτε τα ακίνητα που βρίσκονται στις χαµηλότερες τιµές, καθώς χρειάζονται εισοδήµατα 42% υψηλότερα σε σχέση µε αυτά που έχουν σήµερα
Μισθούς 12 ετών, χωρίς να… ξοδεύει τίποτα για φαγητό, στέγαση, εκπαίδευση και ψυχαγωγία. Τόσα χρειάζεται σήµερα ο µέσος Έλληνας για να καταφέρει να αποκτήσει ένα µικρό, παλιό διαµέρισµα µόλις 60 τετραγωνικών µέτρων, σε µια γειτονιά της Αθήνας όχι από τις πιο ακριβές.
*Διαβάστε εδώ: Ρύθμιση οφειλών σε Eφορία: Έρχεται νομοθετική ρύθμιση για μείωση του επιτοκίου
Ο ευρωπαϊκός µέσος όρος απαιτεί 8,5 χρόνια µισθών για το ίδιο ακίνητο. Όσα δηλαδή απαιτούνταν και στην Ελλάδα πριν από τρία χρόνια, προτού δηλαδή εκτοξευτούν οι τιµές στα σηµερινά αστρονοµικά επίπεδα, µε αποτέλεσµα να ξεπερνούν και αυτές της «φούσκας» του 2008. Είναι βεβαίως µια προσέγγιση µε πολλή φαντασία, καθώς στην πραγµατικότητα και πιο πολλά χρόνια χρειάζονται και περισσότεροι µισθοί.
Σύµφωνα µε έρευνα που παρουσίασε ο CEO της Cerved Property Services, ∆ηµήτρης Ανδρίτσος, το 75% των ελληνικών νοικοκυριών δεν µπορεί να αγοράσει ούτε τα ακίνητα που βρίσκονται στις χαµηλότερες τιµές, καθώς χρειάζονται εισοδήµατα 42% υψηλότερα σε σχέση µε αυτά που έχουν σήµερα.
Έτσι, η Αθήνα κατατάσσεται στην πέµπτη θέση των πόλεων µε το µεγαλύτερο κόστος στέγασης, µετά το Τελ Αβίβ, το Παρίσι, το Τόκιο και το Χονγκ Κονγκ.
Σύµφωνα µε τα τελευταία στοιχεία της ΕΚΤ, για την κάλυψη της ανάγκης στέγασης οι Έλληνες δίνουν σχεδόν το 1/3 των εισοδηµάτων τους (28%), ποσοστό που ανέρχεται στο 32% αν συνυπολογιστούν οι δόσεις των στεγαστικών δανείων.
Πρόκειται για το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό ανάµεσα στις 11 ισχυρότερες οικονοµίες της Ευρωζώνης, ξεπερνώντας συνδυαστικά ακόµη και τα αντίστοιχα ποσοστά σε χώρες όπως η Γερµανία, η Ολλανδία και η Γαλλία.
Σε απόλυτους αριθµούς το µέσο µηνιαίο στεγαστικό κόστος στην Ελλάδα υπολογίζεται σε 400 ευρώ χωρίς στεγαστικό δάνειο και στα 600 ευρώ µε στεγαστικό δάνειο, όταν ο κατώτατος µισθός διαµορφώνεται στα 830 ευρώ.
Σύµφωνα µε το 2ο Βαρόµετρο Ακινήτων, που διενεργήθηκε από το Πανεπιστήµιο Μακεδονίας, η πρόσβαση στον δανεισµό δεν είναι πια λύση: το 69,5% θεωρεί δύσκολη/µάλλον δύσκολη την πρόσβαση στον τραπεζικό δανεισµό και το 81,5% θεωρεί τα επιτόκια των στεγαστικών δανείων υψηλά/µάλλον υψηλά.
Σε σχέση µε πριν από έξι µήνες το 72,5% των Ελλήνων δηλώνει ότι έχει λιγότερα/µάλλον λιγότερα χρήµατα για αγορά ή ενοικίαση ακινήτων.
Την ίδια ώρα, σύµφωνα µε στοιχεία της Eurostat, από το 2010 έως το 2022 τα ενοίκια σε όλη την ΕΕ αυξήθηκαν 18% κατά µέσο όρο. Σε ορισµένες χώρες µάλιστα, όπως η Λιθουανία και η Ιρλανδία, εκτοξεύτηκαν κατά 144% και 84% αντίστοιχα.
Στην Ελλάδα, µόνο την τελευταία πενταετία, τα νοίκια αυξήθηκαν 37%. Τα τελευταία στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για την αναπροσαρµογή µισθωµάτων, µηνός Μαΐου 2024, είναι αποκαλυπτικά: περαιτέρω αύξηση 3,1%.
Σύµφωνα µε το 2ο Βαρόµετρο Ακινήτων, το 66% των πολιτών χαρακτηρίζει «παράλογη», «ακατανόητη» και «φούσκα» την άνοδο των τιµών τα προηγούµενα χρόνια. Το 56% θεωρεί ότι θα συνεχίσουν να ανεβαίνουν οι τιµές πώλησης και ενοικίασης. Το ποσοστό αυτό µειώνεται στο 41% όταν ερωτώνται οι πωλητές ακινήτων και στο 33,5% όταν ερωτώνται οι επαγγελµατίες της αγοράς. Σταθεροποίηση βλέπει το 27% και πτώση το 16%.
*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 16/05/2024
*Διαβάστε εδώ: Ρύθμιση οφειλών σε Eφορία: Έρχεται νομοθετική ρύθμιση για μείωση του επιτοκίου
Ο ευρωπαϊκός µέσος όρος απαιτεί 8,5 χρόνια µισθών για το ίδιο ακίνητο. Όσα δηλαδή απαιτούνταν και στην Ελλάδα πριν από τρία χρόνια, προτού δηλαδή εκτοξευτούν οι τιµές στα σηµερινά αστρονοµικά επίπεδα, µε αποτέλεσµα να ξεπερνούν και αυτές της «φούσκας» του 2008. Είναι βεβαίως µια προσέγγιση µε πολλή φαντασία, καθώς στην πραγµατικότητα και πιο πολλά χρόνια χρειάζονται και περισσότεροι µισθοί.
Ακριβή Αθήνα
Σύµφωνα µε έρευνα που παρουσίασε ο CEO της Cerved Property Services, ∆ηµήτρης Ανδρίτσος, το 75% των ελληνικών νοικοκυριών δεν µπορεί να αγοράσει ούτε τα ακίνητα που βρίσκονται στις χαµηλότερες τιµές, καθώς χρειάζονται εισοδήµατα 42% υψηλότερα σε σχέση µε αυτά που έχουν σήµερα. Έτσι, η Αθήνα κατατάσσεται στην πέµπτη θέση των πόλεων µε το µεγαλύτερο κόστος στέγασης, µετά το Τελ Αβίβ, το Παρίσι, το Τόκιο και το Χονγκ Κονγκ.
Σύµφωνα µε τα τελευταία στοιχεία της ΕΚΤ, για την κάλυψη της ανάγκης στέγασης οι Έλληνες δίνουν σχεδόν το 1/3 των εισοδηµάτων τους (28%), ποσοστό που ανέρχεται στο 32% αν συνυπολογιστούν οι δόσεις των στεγαστικών δανείων.
Πρόκειται για το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό ανάµεσα στις 11 ισχυρότερες οικονοµίες της Ευρωζώνης, ξεπερνώντας συνδυαστικά ακόµη και τα αντίστοιχα ποσοστά σε χώρες όπως η Γερµανία, η Ολλανδία και η Γαλλία.
Σε απόλυτους αριθµούς το µέσο µηνιαίο στεγαστικό κόστος στην Ελλάδα υπολογίζεται σε 400 ευρώ χωρίς στεγαστικό δάνειο και στα 600 ευρώ µε στεγαστικό δάνειο, όταν ο κατώτατος µισθός διαµορφώνεται στα 830 ευρώ.
Σύµφωνα µε το 2ο Βαρόµετρο Ακινήτων, που διενεργήθηκε από το Πανεπιστήµιο Μακεδονίας, η πρόσβαση στον δανεισµό δεν είναι πια λύση: το 69,5% θεωρεί δύσκολη/µάλλον δύσκολη την πρόσβαση στον τραπεζικό δανεισµό και το 81,5% θεωρεί τα επιτόκια των στεγαστικών δανείων υψηλά/µάλλον υψηλά.
Αυξημένα ενοίκια
Σε σχέση µε πριν από έξι µήνες το 72,5% των Ελλήνων δηλώνει ότι έχει λιγότερα/µάλλον λιγότερα χρήµατα για αγορά ή ενοικίαση ακινήτων. Την ίδια ώρα, σύµφωνα µε στοιχεία της Eurostat, από το 2010 έως το 2022 τα ενοίκια σε όλη την ΕΕ αυξήθηκαν 18% κατά µέσο όρο. Σε ορισµένες χώρες µάλιστα, όπως η Λιθουανία και η Ιρλανδία, εκτοξεύτηκαν κατά 144% και 84% αντίστοιχα.
Στην Ελλάδα, µόνο την τελευταία πενταετία, τα νοίκια αυξήθηκαν 37%. Τα τελευταία στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για την αναπροσαρµογή µισθωµάτων, µηνός Μαΐου 2024, είναι αποκαλυπτικά: περαιτέρω αύξηση 3,1%.
Σύµφωνα µε το 2ο Βαρόµετρο Ακινήτων, το 66% των πολιτών χαρακτηρίζει «παράλογη», «ακατανόητη» και «φούσκα» την άνοδο των τιµών τα προηγούµενα χρόνια. Το 56% θεωρεί ότι θα συνεχίσουν να ανεβαίνουν οι τιµές πώλησης και ενοικίασης. Το ποσοστό αυτό µειώνεται στο 41% όταν ερωτώνται οι πωλητές ακινήτων και στο 33,5% όταν ερωτώνται οι επαγγελµατίες της αγοράς. Σταθεροποίηση βλέπει το 27% και πτώση το 16%.
*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 16/05/2024